Επιβλαβής μπορεί να εξελιχθεί μια δίαιτα αποτοξίνωσης

Η δίαιτα που υποστηρίζει την κατανάλωση μόνο χυμών για την αποτοξίνωση του οργανισμού σε διάστημα 3-7 ημερών, φαίνεται πως μπορεί να ευθύνεται για βλάβες στον οργανισμό, απομειώνοντας σημαντικά την αξία της, ειδικά αν αυτή βασίζεται σε έτοιμα σκευάσματα.
Ο αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) προειδοποιεί παράλληλα ότι ορισμένα προϊόντα αποτοξίνωσης μπορεί να περιέχουν παράνομα ή δυνητικά επιβλαβή συστατικά. Κάποια από αυτά, σύμφωνα με τον Οργανισμό, διατίθενται στην αγορά με ψευδείς ισχυρισμούς υγείας και μπορεί να είναι επιβλαβή για άτομα που πάσχουν από συγκεκριμένα νοσήματα, όπως ο διαβήτης.
Νέα μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στο “MDPI Nutrients”, προχώρησε ένα βήμα παραπάνω σε σχέση με τις ήδη υπάρχουσες επιστημονικές ενστάσεις που είχαν διατυπωθεί στο παρελθόν, διαπιστώνοντας ότι ακόμα και τρεις ημέρες τέτοιας διατροφής αρκούν για να επηρεάσουν δραματικά το μικροβίωμα του στόματος, προκαλώντας αύξηση των φλεγμονωδών βακτηρίων.
Στην αρχή της μελέτης που διήρκεσε 21 ημέρες, 14 συμμετέχοντες (με μέση ηλικία 22,7 ετών) υποβλήθηκαν σε διατροφή τριών ημερών, κατά τη διάρκεια της οποίας κατανάλωναν βιολογικά φρέσκα φρούτα, λαχανικά, δημητριακά ολικής αλέσεως και αυγά, με κατανάλωση τουλάχιστον οκτώ ποτηριών νερού την ημέρα. Οι συστάσεις των ερευνητών ήταν να αποφεύγονται καφεΐνη, αλκοόλ, ζάχαρη, επεξεργασμένα τρόφιμα, γαλακτοκομικά, κόκκινο κρέας και γλουτένη.
Στην επόμενη φάση της έρευνας οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες, καθεμία από τις οποίες ακολούθησε μια δίαιτα παρέμβασης για 3 ημέρες:
- Η ομάδα 1 ακολούθησε μια «νηστεία χυμών», με 800-900 Kcal ανά ημέρα καταναλώνοντας μόνο χυμούς φρούτων και λαχανικών ψυχρής έκθλιψης.
- Η ομάδα 2 ακολούθησε μια κανονική διατροφή χωρίς περιορισμούς ενέργειας, στην οποία όμως συμπεριλαμβάνονταν και χυμοί ψυχρής έκθλιψης.
- Η ομάδα 3 ακολούθησε μια φυτικής βάσης διατροφή, με επίσης θερμιδικό περιορισμό στις 800-900 Kcal ημερησίως.
Οι ερευνητές κατά τη διάρκεια της μελέτης, συνέλλεγαν σε τακτικά διαστήματα δείγματα σάλιου και στοματικό επίχρισμα, καθώς και δείγματα κοπράνων ώστε να μελετήσουν το είδος και τον αριθμό των βακτηρίων.
Αυτό που διαπιστώθηκε ήταν ότι στα δείγματα όσων διατρέφονταν μόνο με χυμούς, εντοπίστηκαν σημαντικές αλλαγές στη μικροχλωρίδα του στόματος, με αύξηση στα λεγόμενα πρωτεοβακτήρια, τα οποία σχετίζονται με πολλές φλεγμονώδεις ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων αυτών του εντέρου. Ταυτόχρονα, καταγράφηκε μείωση σε άλλα βακτήρια που το σώμα χρησιμοποιεί για τη ζύμωση των διαιτητικών ινών.
Παρόμοιες αλλά πολύ μικρότερης έκτασης αλλαγές παρατηρήθηκαν και στους συμμετέχοντες των άλλων δύο ομάδων.
Οι ερευνητές δεν εντόπισαν σημαντική αλλαγή στη μικροχλωρίδα του εντέρου σε καμία από τις ομάδες που ακολουθούσαν τις διαφορετικές δίαιτες, όμως κατέγραψαν αύξηση σε μικροοργανισμούς που συνδέονται με προφλεγμονώδη δραστηριότητα του σώματος, στην ομάδα που κατανάλωνε μόνο χυμούς.
Οι συγγραφείς της μελέτης εκτιμούν ότι αυτές οι μεταβολές στα βακτήρια μπορεί να σχετιστούν με αύξηση του κινδύνου για ανάπτυξη φλεγμονών, οι οποίες με τη σειρά τους συνδέονται με σοβαρές παθήσεις όπως κάποια είδη καρκίνου ή καρδιαγγειακά νοσήματα.
Σε κάθε περίπτωση, περιοριστικές διατροφικές προτάσεις σαν αυτή δεν πρέπει να θεωρούνται ως μια μαγική λύση, λένε ειδικοί της διατροφής.
Πηγή: https://www.mdpi.com/2072-6643/17/3/458
Επιμέλεια: Γιώργος Σακκάς
GR-NON-01460