Ανησυχητικά στοιχεία για τα συστήματα δημόσιας υγείας από τον ΟΟΣΑ

Την επείγουσα ανάγκη προσαρμογής των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης ούτως ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις ανάγκες του αυξανόμενου αριθμού ατόμων με χρόνιες παθήσεις, τονίζει διεθνής έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) .
Συγκεκριμένα, η έρευνα “Patient-Reported Indicator Surveys” (PaRIS) συνέλεξε δεδομένα από περίπου 107.000 ασθενείς ηλικίας 45 ετών και άνω και 1.800 ιατρεία πρωτοβάθμιας περίθαλψης σε 19 χώρες. Στόχος της είναι να ρίξει φως στα αποτελέσματα και τις εμπειρίες των ατόμων που ζουν με χρόνιες παθήσεις, όπως η υπέρταση, η αρθρίτιδα, ο διαβήτης, οι καρδιοπάθειες και ο καρκίνος, οι οποίες αντιμετωπίζονται σε περιβάλλοντα πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης.
Σύμφωνα με την έκθεση, το 82% των χρηστών πρωτοβάθμιας περίθαλψης που συμμετείχαν στην έρευνα PaRIS ζουν με τουλάχιστον μία χρόνια πάθηση, το 52% ζουν με τουλάχιστον δύο παθήσεις και το 27% ζουν με τρεις ή περισσότερες.
Οι περισσότεροι άνθρωποι αναφέρουν θετικές εμπειρίες περίθαλψης και καλύτερα αποτελέσματα υγείας, σε σύγκριση με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, στην Ελβετία και στις Ηνωμένες Πολιτείες, εστιάζοντας στον πληθυσμό ηλικίας 65 ετών και άνω στο Medicare. Στην Αυστραλία, την Τσεχία, τη Γαλλία και τη Νορβηγία, οι περισσότεροι άνθρωποι αναφέρουν επίσης θετικές εμπειρίες και αποτελέσματα της περίθαλψης. Χώρες με βαθμολογίες κάτω του μέσου όρου σε περισσότερους από τους μισούς δείκτες είναι η Ελλάδα, η Ισλανδία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία και η Ουαλία (Ηνωμένο Βασίλειο).
«Τα άτομα που ζουν με χρόνιες παθήσεις αναφέρουν καλύτερη σωματική υγεία, ψυχική υγεία και ευημερία όταν λαμβάνουν υγειονομική περίθαλψη που επικεντρώνεται στις ανάγκες τους», δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΟΣΑ, Mathias Cormann και συμπλήρωσε πως η έρευνα «δείχνει επίσης ότι, ενώ οι χώρες που δαπανούν περισσότερα για την υγεία τείνουν να επιτυγχάνουν καλύτερα αποτελέσματα στον τομέα της υγείας, είναι δυνατόν να επιτευχθούν ισχυρές επιδόσεις και με χαμηλότερα επίπεδα δαπανών για την υγεία».
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα η έκθεση του ΟΟΣΑ αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής:
- Στην Ελλάδα, το 69% των ατόμων με χρόνιες παθήσεις αναφέρουν καλή σωματική υγεία και το 78% καλή ψυχική υγεία. Και οι δύο μετρήσεις είναι κοντά στο μέσο όρο του PaRIS του ΟΟΣΑ.
- Στην Ελλάδα, λιγότεροι από δύο στους πέντε (37%) ανθρώπους με χρόνιες παθήσεις αισθάνονται σίγουροι για τη διαχείριση της υγείας τους, ποσοστό που είναι χαμηλότερο από τον μέσο όρο του PaRIS του ΟΟΣΑ (59%) και 55 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο από τη χώρα με τις υψηλότερες επιδόσεις.
- Μόνο το 9% των ατόμων με χρόνιες παθήσεις στην Ελλάδα δηλώνουν εμπιστοσύνη στη χρήση πληροφοριών υγείας από το διαδίκτυο, σε σύγκριση με τον μέσο όρο του PaRIS του ΟΟΣΑ που είναι 19% (εύρος 5-34%).
- Λιγότερο από το ένα τέταρτο των ατόμων (24%) με δύο ή περισσότερες χρόνιες παθήσεις στην Ελλάδα διαχειρίζονται σε ιατρεία πρωτοβάθμιας περίθαλψης που προσφέρουν παρακολούθηση και τακτικές διαβουλεύσεις διάρκειας άνω των 15 λεπτών – το ποσοστό αυτό είναι περισσότερο από 20 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο σε σύγκριση με τον μέσο όρο 47% του PaRIS του ΟΟΣΑ.
- Μόλις το 3% των ατόμων με χρόνιες παθήσεις διαχειρίζονται σε ιατρεία που μπορούν να ανταλλάσσουν ηλεκτρονικά ιατρικούς φακέλους, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από τον μέσο όρο του 57% του PaRIS του ΟΟΣΑ.
- Περίπου το ένα τρίτο (36%) των ατόμων με χρόνιες παθήσεις στην Ελλάδα εμπιστεύονται το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, ποσοστό που είναι πολύ χαμηλότερο από τον μέσο όρο του 62% του PaRIS του ΟΟΣΑ. Ενώ περίπου το 43% των ανδρών στην Ελλάδα έχουν εμπιστοσύνη στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, αυτό ισχύει μόνο για το 31% των γυναικών.
Επιμέλεια: Γιώργος Σακκάς
GR-NON-01474